Είμαστε σκιές που έχουνε ανθρώπους. Απομεινάρια μιας άλλης εποχής, επιζώντες ενός νοητικού πυρηνικού ολοκαυτώματος. Πρόσφυγες σε ξένη γη, θαμώνες σε σκοτεινούς καιρούς. Δε είδαμε τόσα χρόνια ποτέ ανατολή. Βαδίζουμε υπόγεια, στα τυφλά, κρατώντας το χέρι ενός επίσης τυφλού οδηγού. Πίνουμε δάκρυα για να μην πάθουμε αφυδάτωση, πολλές φορές τα δικά μας. Η απόσταση ματιών-στόματος έτσι κι αλλιώς είναι πολύ μικρή.
Είσαστε προσκεκλημένοι στην βραδινή μας πορεία. Φορέστε την πανοπλία του χαρακτήρα σας κι ελάτε. Θα αποδράσουμε από τα τετριμμένα θα πάμε ένα βήμα παραπέρα. Θα μετακομίσουμε τις εμπειρίες μας σε πιο ασφυκτικά τοιχώματα. Μέχρι να τις συνθλίψουμε. Να μην σκεφτόμαστε. Πονάμε.
Ένα βήμα την φορά μας συμβούλευαν. Εμείς, ως γνωστό, δεν ακούγαμε. Και κάπου στην μέση της διαδρομής χάλασε ο βηματισμός. Και παραστρατήσαμε. Βγήκαμε εκτός πορείας. Οι άλλοι δεν μας περίμεναν. Και να `μαστε τώρα. Μόνοι στα καταγώγια του νου μας. Αποκλεισμένοι κι αποδυναμωμένοι. Χωρίς οδηγό. Χωρίς μέλλον…