Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Είδα ένα όνειρο, ψυχή μου.


Είδα ένα όνειρο, ψυχή μου.
Ότι περίμενα ένα ριάλιτι να μου ελέγχει την ζωή μου. Να με ανακαλύψει, να με σπουδάσει, να μου βρει δουλειά. Περίμενα ένα ριάλιτι να μου βρει νύφη, να με παντρέψει. Να μου αλλάξει από την αρχή το σπίτι, να μου ξεπληρώσει τα χρέη μου παντού. Περίμενα ένα ριάλιτι για να φτιαχτώ, να διασκεδάσω, να τα σπάσω ή να κλάψω, να ξεκαβλώσω και να αρχίσω να πιστεύω στην αγάπη.


Είδα ένα όνειρο, ψυχή μου. Κι εσύ στεκόσουν στην μέση ενός δρόμου δύσκολου που έπρεπε να διασχίσω. Και με κοίταζες, καρδιά μου, θέλοντας να με βοηθήσεις στο δύσκολο αυτό ταξίδι. Μου έτεινες το χέρι σου, βλαστάρι μου, να με βοηθήσεις. Και προσευχόσουν, μωρό μου. Προσευχόσουν να μπορέσεις να αντισταθείς στη πλύση εγκεφάλου που μας κάνουν. Και μου γελούσες…


Είδα ένα όνειρο, αφέντες. Πως γεννήθηκα ελεύθερος και μου σπιλώσατε την ζωή για να βγάλετε περισσότερα. Και είχατε εργοστάσια, τρανά και μεγάλα και γκρίζα που παρήγαγαν όνειρα σε τιμή ευκαιρίας. Και μες στο όνειρο, μαλάκες, σας εκτελούσα ξανά και ξανά με διαφορετικό στυλ κάθε φορά. Σας έπνιγα στην μήτρα με τον ομφάλιο λώρο σας. Χωρίς ενοχές. Σαν προφήτης…


Είδα ένα όνειρο, χαρά μου. Ότι τα παιδιά είναι πράγματι του μέλλοντος, η τεχνολογία του παρελθόντος και εμείς στην μέση ανακυκλώνουμε ανάπηρες αλήθειες. Και στο όνειρό μου ήμουν μεθυσμένος, ήμουν άρρωστος, ήμουν τρελός. Και ήθελα να πιάνω, σαν το φύλακα στην σίκαλη, παιδιά από το χείλος του γκρεμού και να τα σώζω…
Είδα ένα όνειρο, ψυχή μου. Και ξύπνησα τρομαγμένος από την παράλληλη νυχτερινή ζωή μου. Και το σκοτάδι με ξανακατάπιε, φίλε μου. Κι ένιωθα ζεστασιά μέσα του. Και το αγκάλιασα…

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Βασίλισσες-ζόμπι καλόγριες στην ζούγκλα των ανθρωποφάγων κουνουπιδιών.


Να πως έχει το πράγμα. Χάος ολικό περιφέρεται στον αέρα και στις καρδιές μας. Τα πλοκάμια της αποδιοργάνωσης έχουν σκορπιστεί παντού και βουλιάζουν τα καράβια με τα εφηβικά πρόωρα θανατωμένα όνειρά μας. Η δολοφονίες γίνονται στην μήτρα τώρα. Η πρώτη ανάσα μας πέφτει θανάσιμα λαβωμένη.


«Σήμερα είναι η νύχτα της μεγάλης σφαγής. Φέρε τα κλειδιά, θα πάρουμε την κλούβα σήμερα. Θα φέρω μπύρες. Έχουμε ασημένια, λαμπερά σήματα μπάτσου στο στήθος. Πάμε να πλακώσουμε τίποτα άστεγους. Θα την πέφτουμε έξι σε έναν. Πολύ πλάκα…»


Πόσο θα άλλαζε η ζωή μας αν γινόμασταν πιο ανθρωπιστές; Καθόλου. Γιατί δε θέλουμε. Έτσι. Οι μεγάλες, καταστροφικές, χολυγουντιανές εκρήξεις είναι πιο εντυπωσιακές. Δεν σκεφτόμαστε. Ανατινάσσουμε.


Καρεκλοκένταυροι, εξουσιαστές, βασίλισσες πεθαμένες ζόμπι σε θέσεις κλειδιά. Δίνουν νέα, νεκρόμορφη πνοή στην μιζέρια που λέμε καριέρα. Κι εκεί ξυπνά η πιο ηλίθια αντίσταση που υπήρξε ποτέ. Η αντίσταση του δευτεροκλασάτου κουνουπιδιού που καταβροχθίζει τα παιδιά του για να προστατέψει την κυριαρχία του επί της ηλιθιότητας. Μόνο εμείς έχουμε το δικαίωμα να εθελοτυφλούμε μπρος στην απόδραση από την παγίδα που έχουμε εγκλωβιστεί. Η έξοδος είναι ανοιχτή για όλους, αλλά τα ανθρωποφάγα κουνουπίδια καραδοκούν…


«Έχω άλλα σχέδια για σένα αγάπη μου. Σαν πρώτη ύλη, σε χρησιμοποιώ για την ανοικοδόμηση του τείχους που θα με προστατέψει. Ούτε που ξέρω το όνομα σου…»


Για το καλό μας οι καλόγριες υψώνουν εκκλησιαστικές νευρώσεις, ευλογούν ιερούς πολέμους και στέλνουν τα ηλίθια ανθρωποφάγα κουνουπίδια να θυσιαστούν στην μάχη με άλλα ηλίθια κουνουπίδια. Ζούγκλα.


«Σηκώνεις τα κενά μάτια σου και με κοιτάς. Τι βλέπεις; ΤΙΠΟΤΑ…

Τίποτα…
τίποτα
τιπ…